- μισελληνισμός
- οη ιδιότητα και το χαρακτηριστικό γνώρισμα τού μισέλληνα, το μίσος προς την Ελλάδα, τους Έλληνες και γενικά σε οτιδήποτε ελληνικό.[ΕΤΥΜΟΛ. < μισέλλην + -ισμός*. Η λ. μαρτυρείται από το 1858 στον Κων/νο Ασώπιο].
Dictionary of Greek. 2013.